Σελίδες

Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2010

κριση τι χανει ο δημοσιος υπαλληλος καιτι ο ιδωτικος και που θα παμε

Τετάρτη, 15 Δεκεμβρίου 2010






H Μαργαρίτα είναι μια 40άρα, σχεδιάστρια, μητέρα 2 ανήλικων παιδιών, που έχασε την δουλεία της την 1η Δεκέμβρη 2010. Δούλευε στο μελετητικό τμήμα μιας μεσαίας  εταιρίας, με πλήρη ασφαλιστική κάλυψη, πληρωμένες υπερωρίες και μισθό γύρω στα 1200Ε το μήνα. Η εταιρεία έκλεισε το τμήμα αυτό λόγω ελλείψεως μελετών, συνέπεια της οικονομικής κρίσης που μαστίζει, ιδιαίτερα, το χώρο

Εικόνα συνηθισμένη στο εγχώριο οικονομικό περιβάλλον. Τώρα ψάχνει για άλλη δουλειά και προς το παρόν ελπίζει να βρει κάτι παρόμοιο με τις ίδιες αποδοχές και τα ίδια δικαιώματα. Σε 3 μήνες θα βάλει λίγο νερό στο κρασί της, θα δουλέψει και για λιγότερα. Σε 6 μήνες θα αναζητά οποιαδήποτε εργασία με τα μισά λεφτά. Σε 9 μήνες θα είναι πρόθυμη να δουλέψει ακόμα και ανασφάλιστη. Προς το παρόν σκέφτεται να σταματήσει την παραδουλεύτρα που έρχεται 2 φορές το μήνα και την part time babysitter. Σε 6 μήνες δεν θα το σκέφτεται, θα το έχει ήδη κάνει. Αυτές με τη σειρά τους θα αντιπροτείνουν να της δουλέψουν με λιγότερα χρήματα για περισσότερες ώρες και πάει λέγοντας. Η ανεργία της Μαργαρίτας, της Λίτσας, της Δήμητρας, συνεπάγονται αυτομάτως την ανεργία και την ανέχεια της Μαρίας, της Σαλόμε, της Ίντας και πάει τρέχοντας.

Αυτή ακριβώς την κατάσταση έρχεται να «νομιμοποιήσει» το πολυνομοσχέδιο για τα εργασιακά.  Η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας (ΣΣΕ) στον ιδιωτικό τομέα είναι τελείως άλλης ποιότητας από τη μείωση των μισθών και των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων ή τις μετατάξεις και τα ψαλιδίσματα των προνομίων των εργαζομένων στις ΔΕΚΟ.

Εδώ μιλάμε για ανεργία, κάτι που για τους υπαλλήλους του ευρύτερου δημόσιου τομέα δεν είναι, τουλάχιστον ακόμα, πρόβλημα. Και ο άνεργος, που βλέπει μπροστά του το φάντασμα της φτώχιας και της κατάρρευσης να παίρνει σάρκα και οστά και να τον πλησιάζει απειλητικά, είναι έτοιμος να δουλέψει με οποιαδήποτε αμοιβή και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. 

Δηλαδή,  θα συμβεί και σε «μας» κάτι ανάλογο με αυτό που συμβαίνει χρόνια τώρα με τις καινούργιες φουρνιές μεταναστών που γίνονται αντικείμενο της πιο σκληρής και απάνθρωπης εκμετάλλευσης και κάνουμε πως δεν το βλέπουμε.

Η ανεργία, το 2010 τρέχει με 12% με προοπτικές το 2011 να σκαρφαλώσει στο 14%. Πάνω από 500.000 είναι οι άνεργοι στη χώρα μας, όταν ο μη οικονομικά ενεργός πληθυσμός είναι γύρω στα 4,2 εκατομμύρια. Το 20% του πληθυσμού ζει κάτω από τα όρια της φτώχιας. Καθόλου άσχημα για την ανεργία, πολύ άσχημα για το λαό. Και όταν μιλάμε για λαό δεν εννοούμε τους αργόμισθους δημόσιους υπάλληλους της ΓΣΕΕ, ή τους κρατικοδίαιτους καρεκλοκένταυρους των «αντισυστημικών» κομμάτων που με βλέμμα βλοσυρό ηγούνται μιας ακόμα παρέλασης στο κέντρο της Αθήνας. Δεν εννοούμε ούτε καν τους ΔΥ που είδαν τους μισθούς τους να μειώνονται, ενοχλήθηκαν και είπαν να κάνουν λευκή απεργία.

Μιλάμε για μια άλλη Ελλάδα. Για χιλιάδες συνανθρώπους μας ανεξαρτήτως φυλής και χρώματος που γοργά και σταθερά βλέπουν τις ζωές τους να καταστρέφονται. Μιλάμε για μικρούς επιχειρηματίες ή αυτοαπασχολούμενους που είναι καταχρεωμένοι και αναγκάζονται να κλείσουν το μαγαζί ή την επιχείρησή τους, για εργάτες και εργάτριες, ή για parttime εργαζόμενους,  για νέους επιστήμονες που ψάχνουν δουλειά, για τύπους που λήξαν οι συμβάσεις τους με το δημόσιο και βρέθηκαν στο δρόμο, για άντρες και γυναίκες που δεν κατάφεραν να βρουν μια θέση στο Δημόσιο, ή τόλμησαν την περιπέτεια του ελεύθερου επαγγέλματος. Μιλάμε για τους ανέργους της «ελεύθερης οικονομίας.

Πρώτοι καταρρέουν όσοι δεν έχουν δικό τους σπίτι, δεν έχουν ένα κεφάλαιο στην άκρη, μια οικογενειακή βοήθεια ή τη δυνατότητα της μαύρης αυτοαπασχόλησης. Μετά θα ακολουθήσουν οι άλλοι και οι επόμενοι. Όλοι τους μπαίνουν στο ταμείο ανεργίας που έχει προς το παρόν να τους πληρώσει. Αργότερα, θα είναι φτηνοί, μα πολύ πια φτηνοί εργάτες στα αζήτητα έτοιμοι να σπρώξουν την πολυπόθητη ανάπτυξη, αν και όποτε αρχίσει.

 Όσο, το άσχημο κλίμα θα εγκαθίσταται μέσα στις συνειδήσεις των ανθρώπων, το κράτος δεν θα προχωράει σε αναπτυξιακά έργα, οι επιχειρηματίες θα διστάζουν να επενδύσουν τα μεγάλα  κέρδη των παρελθόντων ετών, οι έχοντες εργαζόμενοι θα φοβούνται να καταναλώσουν και το χρήμα θα μένει συσσωρευμένο στα χέρια λίγων, τόσο η ύφεση θα βαθαίνει και η ανεργία θα φουντώνει.

Η κυβέρνηση πασχίζει να καλύψει τα κρατικά ελλείμματα και το υπέρογκο χρέος, να ικανοποιήσει τις προσταγές των δανειστών μας, για να συνεχίσει να δανείζεται, διατηρώντας έστω και τρύπιο τον κοινωνικό ιστό σε κάποια λειτουργία. Πασχίζει να αποφύγει την στάση πληρωμών και την ανοιχτή χρεοκοπία. Έχει αποφασίσει ότι θα υπάρξουν παράπλευρες απώλειες και αυτές θα είναι αποκλειστικά από τη μεριά των εργαζομένων. Δεν πρόκειται περί αναλγησίας, δεν είναι θέμα ηθικό. Πρόκειται για πολιτική επιλογή.

Η κυβέρνηση έχει επιλέξει ότι οι εργασιακές διευκολύνσεις και η διατήρηση της φοροασυλίας του μεγάλου και μεσαίου κεφαλαίου θα  δημιουργήσουν το περιβάλλον ώστε αυτό να δεχτεί να επενδύσει και έτσι να κινηθεί η οικονομία, ν’ αρχίσει μια αντίστροφη πορεία.

Ταυτόχρονα δεν δείχνει διατεθειμένη να ρισκάρει συγκρούσεις με τα κλειστά επαγγέλματα των φοροαπαλλαγμένων  προνομιούχων, με τον μηχανισμό της εκκλησίας, με τους προμηθευτές του δημόσιου τομέα, με τα τρωκτικά των εξοπλισμών, με όλους δηλαδή αυτούς που χρόνια τώρα αποτέλεσαν και αποτελούν τους πυλώνες πάνω στους οποίους στηρίζεται ο δικομματισμός. Δυστυχώς, η παραοικονομία όλων αυτών τους έχει αποφέρει τέτοιο πλούτο, που δεν έχουν κανένα κίνητρο να επενδύσουν μέσα σε τόσο δυσμενές και φοβικό διεθνές οικονομικό περιβάλλον. Προτιμούν να βγάζουν το χρήμα έξω από το επισφαλές ελληνικό οικονομικό τοπίο και να περιμένουν άλλες καλύτερες γι’ αυτούς ημέρες. Συνεπώς ακόμα και η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων δεν δείχνει ικανή να συγκινήσει τους έχοντες, ώστε να προχωρήσουν σε τολμηρά deal που θα βοηθήσουν την απασχόληση.

Χαρακτηριστική περίπτωση είναι οι τράπεζες, που παρόλη την ενίσχυσή τους με φτηνό δημόσιο χρήμα δεν δείχνουν πρόθυμες να το σπρώξουν στην αγορά επιτείνοντας την οικονομική ασφυξία.

Η πολιτική εξουσία προφυλάσσει όπως μπορεί τις οικονομικές ελίτ από την κρίση, όπως θα έκανε κάθε κυβέρνηση για τους χορηγούς της. Όπου φαίνεται ότι θα ήταν πρόσφορο να ψαλιδίσει τα συμφέροντά τους προς όφελος του δημόσιου συμφέροντος, καθυστερεί να πραγματοποιήσει τις εξαγγελίες της, (προμηθευτές νοσοκομείων, νοικοκύρεμα δημόσιων εξόδων), δηλώνει ανίκανη (πάταξη φοροδιαφυγής), ή κάνει τη διστακτική ( άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων, αντικειμενικές αξίες). Αντίθετα είναι πολύ παραγωγική και άμεση όπου μπορεί να στριμώξει τον κόσμο της εργασίας.

Εδώ θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, όσοι δεν αρκούμαστε στην εύκολη καταγγελία, όσοι αναγνωρίζουμε στα αίτια της κρίσης και τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας και του κράτους. Προφανώς και χρειάζονται εκτεταμένες αλλαγές για τον εξορθολογισμό του κράτους, αλλά το ΠΑΣΟΚ δεν έχει διάθεση να προχωρήσει σε αυτές. Η ανέξοδη αριστερίστικη ρητορεία έχει και τον αντίποδά της στην ανέξοδη, προσχηματική και λαοπλάνα κυβερνητική ρητορεία που ξεκίνησε με το «λεφτά υπάρχουν» και συνεχίζεται με το «μεγάλο και σπάταλο κράτος».

Το κράτος δεν είναι μεγάλο όπως έδειξε μια προηγούμενη ανάρτηση, , είναι όμως σπάταλο, αναποτελεσματικό, πελατειακό, διεφθαρμένο, αντιλαϊκό. Είναι το κράτος μιας άλλης Ελλάδας, ωφελημένης από τις πολιτικές των τελευταίων χρόνων. Είναι το κράτος που διαμόρφωσαν οι οικονομικές ελίτ, ο δικομματισμός, αλλά και οι κρατικοί υπάλληλοι. Είναι το κράτος των ΔΕΚΟ και των Δήμων,  του ΟΣΕ, των υπουργείων και της Βουλής, της ΕΡΤ, της Αγρογής, και της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού, των απίθανων και ανύπαρκτων υπηρεσιών που λυμαίνονται τον εθνικό κόπο.
Είναι το κράτος όλων αυτών που ακουμπάνε την ψήφο τους στο δικομματισμό κάθε εθνικές εκλογές, αναμένοντας ακόμα μεγαλύτερα προνόμια και λιγότερη δουλειά.
Όταν θυμώνουν ρίχνουν και κανένα ψήφο στο ΚΚΕ στις δημοτικές για να ξεχαρμιανιάζουν. Τώρα που τα πράγματα σφίξανε και πρέπει να χάσουν και αυτοί κάτι από τα κεκτημένα τους είναι έτοιμοι να βυθίσουν τη χώρα στο σκοτάδι. Όχι γιατί νοιάζονται για την ανεργία και την ανέχεια του λαού, αλλά γιατί θέλουν να υπερασπίσουν τα κονάκια τους.

Η κυβέρνηση ξέρει ότι όλοι αυτοί είναι αρκετά βολεμένοι ώστε να προχωρήσουν στα άκρα. Θα προχωρήσει σε ιδιωτικοποιήσεις και αποσύρσεις του κράτους από μια σειρά ζημιογόνες δραστηριότητες με την ελπίδα πάντα της μείωσης των εξόδων και της αναθέρμανσης της οικονομίας. Θα κόψει μισθούς και επιδόματα, θα κάνει μετατάξεις, κάτι πρέπει να πάρει και από τους πάντοτε ευνοημένους, που τους έχει ούτως ή άλλως εξασφαλισμένους. Και αν κάποιοι από αυτούς θυμώσουν, στο Σαμαρά θα πάνε, και το σύστημα θα αναπαραχθεί με άλλη φίρμα, κανένα πρόβλημα. Οι κινητοποιήσεις τους θα ταλαιπωρήσουν τους πάντες, για να χάσουν αυτοί κάτι λιγότερο από αυτά που έχουν ήδη σχεδιαστεί. Θα δείτε και πάλι νομοσχέδια να αλλάζουν κάθε λεπτό όπως και με τους φορτηγατζήδες ή με το ασφαλιστικό, και ομάδες ΔΥ με καλύτερες προσβάσεις στα υπουργεία να διατηρούν κάτι περισσότερο από άλλους. Δεν θα γίνει νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου, αλλά και η ασυλία κάποιων συνδικάτων θα περιοριστεί προκειμένου να βγει το σύστημα από την κρίση.

Παράλληλα η κυβέρνηση μπορεί να παρουσιάζει τα μέτρα ως εξυγίανση του δημόσιου τομέα, ενώ την ίδια στιγμή θα χαρίζει στους ιδιώτες τμήματα του δημόσιου πλούτου με φτηνό αντίτιμο σε εποχή κρίσης ελπίζοντας πάντοτε ότι το κεφάλαιο θα ζεσταθεί και θα επενδύσει σοβαρά.

Και μέχρι να γίνουν όλα αυτά, αν γίνουν και αν επιτύχουν, η άλλη, η «ιδιωτική» Ελλάδα θα τρώει το ξύλο εκεί έξω στην οικονομία της αγοράς, θα βυθίζεται στην ύφεση και στην ανεργία.
Συνεπώς θα πρέπει να έχουμε καθαρό ότι οι όποιες αλλαγές στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, δεν συνεπάγονται αυτόματα οφέλη για το δημόσιο συμφέρον, πόσο μάλλον για τον σκληρά εργαζόμενο λαό. Δεν σημαίνει ότι επειδή περιορίζεται η σπατάλη, πράγμα θετικό, περιορίζεται και η δυσλειτουργία και η αναποτελεσματικότητα. Ότι, υπάρχουν οι μηχανισμοί και η πολιτική βούληση για πραγματική αναβάθμιση των δημόσιων υπηρεσιών.
Ακόμα θα πρέπει να είναι καθαρό ότι μια νέα γενιά από τζάκια θα επενδύσουν πάνω στις φτηνές ιδιωτικοποιήσεις, στη φτηνή εργατική δύναμη, στο επιστημονικό προλεταριάτο και στην καταστροφή του περιβάλλοντος κάνοντας μπίζνες σε περιβάλλον κρίσης.  Είμαστε υπέρ των επενδύσεων αλλά και υπέρ των κανόνων που θα στηρίζουν τους εργαζόμενους και το κράτος δικαίου.

Το ζήτημα είναι ότι η πολιτική εξουσία δεν φαίνεται διατεθειμένη να θέσει κανόνες και να τους τηρήσει. Αλλά δεν είναι και καθόλου σίγουρο ότι οι επενδύσεις θα είναι βιώσιμες και θα δώσουν πραγματικές θέσεις εργασίας και ανάπτυξη.

Δεν ξέρω αν η κρίση είναι μια κακή ή καλή ευκαιρία ν’ αλλάξει η Ελλάδα, αν και δεν βλέπω ν΄ αλλάζει και τίποτα σε δομές, σε οργάνωση και πνεύμα προς όφελος του λαού. Φοβάμαι όμως ότι η κατάρρευση είναι κοντά και η αλλαγή που θα συντελεστεί ως αποτέλεσμα καθολικής καταστροφής θα είναι επώδυνη για τις δυνάμεις της εργασίας, τόσο οικονομικά όσο και ιδεολογικά. Και αυτή η ιδεολογική ήττα είναι που δεν ξεπλένεται εύκολα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου